
Έκατσε αναπαυτικά στην καρέκλα του μπροστά από τη γραφομηχανή. Άνοιξε ένα μπουκάλι μπύρα...
και ήπιε μια γουλιά. Γευστικότατη. Είχε μόλις γυρίσει από ένα υπέροχο πάρτι, και ήταν στα κέφια του. Έβαλε ένα φύλλο χαρτί στη γραφομηχανή και άρχισε να γράφει. "Στο συνηθισμένο επίπεδο κυμάνθηκαν οι συγκρούσεις και σήμερα στο ανατολικό μέτωπο. Δεν σημειώθηκε καμία σημαντική νίκη για κανέναν από τους αντιπάλους" "Χμ. Κάτι άλλο χρειάζεται", σκέφτηκε. πίνοντας άλλη μια γουλιά μπύρα. "Ωστόσο στην ενδοχώρα η κατάσταση είναι μάλλον ταραγμένη. Οι γραμμές ανεφοδιασμού έχουν αρχίσει να μειώνονται, και η αντίσταση των πολιτών έχει αρχίσει να εξασθενεί" "Μμμ, καλό βγαίνει.", μουρμούρισε. Κοίταξε τη μπύρα. Κόντευε να τελειώσει. Άδειασε το μπουκάλι και πήγε στο ψυγείο. Άνοιξε άλλο ένα και ήπιε μονορούφι το μισό. "Αααχ, υπέροχη αυτή η μπύρα!". Πήρε άλλο ένα μπουκάλι και ξαναγύρισε στη γραφομηχανή. "Αντίθετα, από τη δυτική πλευρά της χώρας, οι θέσεις μας έχουν δεχτεί κάποια πλήγματα. Το γενικό επιτελείο διέταξε ανασύνταξη δυνάμεων ώστε να ενισχυθεί το δυτικό μέτωπο." Κοίταξε τα τρία άδεια μπουκάλια μπύρας. "Πολύ γρήγορα τελειώνει η άτιμη!", σκέφτηκε. Πήγε στο μπαλκόνι, και άνοιξε ένα χαρτοκιβώτιο. Πήρε τέσσερις μπύρες και τις έβαλε στο ψυγείο. Άνοιξε ένα πέμπτο μπουκάλι και το ήπιε. Αισθάνθηκε αμέσως πολύ καλύτερα. ξαναγύρισε στη γραφομηχανή και συνέχισε να γράφει. "Στα ορεινά όμως, η κατάσταση είναι μάλλον άσχημη. Τρία στρατόπεδα έχουν καταληφθεί από τον εχθρό, και πολλοί στρατιώτες παραδίδονται οικειοθελώς στις αντίπαλες δυνάμεις". "Καλό.", σκέφτηκε. άνοιξε άλλη μια παγωμένη μπύρα και ήπιε μια γουλιά. Ακόμη καλύτερη από την προηγούμενη. "Τα πεδινά όμως έχουν δεχθεί σοβαρά πλήγματα από τις αεροπορικές επιθέσεις. Τρεις πόλεις έχουν ήδη καταστραφεί, και οι άστεγοι πρόσφυγες κινούνται ανήμποροι προς την ενδοχώρα" "Εδώ χρειάζεται λίγη βία", σκέφτηκε. "Οι αναγνώστες θα καταβαρεθούν". Άδειασε το τραπέζι από τα άδεια μπουκάλια, και ακούμπησε με δυσκολία ένα κασόνι μπύρες στη θέση τους. Παραλίγο να πέσει. Κρατήθηκε από το τραπέζι και συνέχισε, ανοίγοντας άλλο ένα μπουκάλι. "Η συμπρωτεύουσα έχει ήδη καταληφθεί από τα αντίπαλα στρατεύματα. Ο εθνικός στρατός έχει αρχίσει να υποχωρεί προς το Νότο, ενώ στις μεγαλύτερες πόλεις η αντίσταση έχει καταπνιγεί από το στρατό" "Μπα, πολύ ήρεμο είναι", σκέφτηκε. Άλλαξε φύλλο στη γραφομηχανή, πίνοντας άλλη μια μπύρα. Έσκισε το φύλλο που μπήκε στραβά, και έβαλε ένα άλλο. "Στο μεταξύ η πείνα θερίζει τον πληθυσμό της χώρας. Οι άνθρωποι αναγκάζονται να σφάζουν τα αδέσποτα σκυλιά, και οι λεηλασίες δε σταματούν ούτε στιγμή. Η κυβέρνηση σκέφτεται σοβαρά να μειώσει το δελτίο τροφίμων. Προχθές περνώντας από το δρόμο, είδα μια μάνα να θάβει το νεκρό από την πείνα παιδί της." Άνοιξε άλλο ένα μπουκάλι. Το κασόνι κόντευε να τελειώσει. "Το ηθικό των στρατιωτών έχει πέσει κατακόρυφα. Οι περισσότερες θέσεις έχουν καταληφθεί από τα αντίπαλα στρατεύματα, τα οποία έχουν αρχίσει τη λεηλασία στις κυριότερες πόλεις. Οι εκτελέσεις δε σταματούν στιγμή. Αυτή την ώρα ακούω πυροβολισμούς και βροντές κανονιών. Το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης έχει καταστραφεί ολοσχερώς". Πέταξε το άδειο μπουκάλι μπύρας στον τοίχο, κάνοντας το θρύψαλα. Στριφογύρισε στην καρέκλα του, και συνέχισε. "Οι κατακτητές είναι άγριοι, ανήλεοι. Σήμερα είδα δυο στρατιώτες να βιάζουν μια κοπέλα. Ήταν δεν ήταν δεκαέξι ετών. Ούρλιαζε από τον πόνο. Αφού τελείωσαν, την έσφαξαν και την πέταξαν στα σκυλιά. Όποιος βρεθεί να κυκλοφορεί δίχως άδεια στους δρόμους εκτελείται επί τόπου." Κοίταξε το ρολόι του και ήπιε άλλη μια γουλιά. "Οι στρατιώτες κάνουν επιδρομές στα χωριά. Εκτελούν όλο τον αντρικό πληθυσμό άνω των δεκαπέντε ετών. Οι γυναίκες βιάζονται και εκτελούνται μπροστά στα μάτια των αντρών τους. Στις πόλεις, οι στρατιώτες στήνουν μπλόκα και πυροβολούν ανεξέλεγκτα όποιον τολμήσει να πλησιάσει. Αίματα και σάρκες έχουν πλημμυρίσει τους δρόμους, ενώ οι τοίχοι των κτιρίων είναι καταγαζωμενοι από τις σφαίρες των πολυβόλων" Άνοιξε την προτελευταία μπύρα. "Γαμώτο, μου τελειώνουν", σκέφτηκε. "Φόβος και τρόμος έχει κυριεύσει την περιοχή. Η πανούκλα θερίζει κυριολεκτικά τους πάντες, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της χώρας καταπνίγεται στις φλόγες. Οι στρατιώτες ορμάνε με νύχια και με δόντια σε όποιον δουν μπροστά τους. Άντρες και γυναίκες κρέμονται με θηλιές από τους στύλους του ηλεκτρικού. Μικρά παιδιά κείτονται νεκρά στους δρόμους. Οι στρατιώτες περνώντας τα κλωτσάνε. Εκατομμύρια ανθρώπων έχουν μείνει άστεγοι. Σχεδόν ολόκληρη η χώρα έχει μετατραπεί σε χαλάσματα. Ο στρατός δε γνωρίζει όσια και ιερά. Το μεσημέρι μάζεψαν όλους τους ιερείς των εκκλησιών και τους εκτέλεσαν στην κεντρική πλατεία της πόλης. Οι βιασμοί και οι λεηλασίες δε σταματούν πουθενά. Χάος και φόβος βασιλεύει παντού. Αυτή τη στιγμή ενώ σας γράφω, ένας στρατιώτης μου κόβει το χέρι για να μου πάρει το ρολόι, ενώ ένας άλλος μου έχει ανοίξει την κοιλιά με την ξιφολόγχη του και ετοιμάζεται να με κρεμάσει από ένα δέντρο." Έβγαλε το φύλλο από τη γραφομηχανή γελώντας. "Υπέροχο!", σκέφτηκε, καθώς βγήκε παραπατώντας στο δρόμο. Ταχυδρόμησε τις σελίδες και γύρισε τραγουδώντας στο σπίτι του. Έπεσε και κοιμήθηκε σαν κούτσουρο. Τον ξύπνησε το τηλέφωνο. Ήταν ο εκδότης του. "Πολύ ζωντανές αυτές οι πολεμικές ανταποκρίσεις που γράφεις. Μα είναι τόσο κακή η κατάσταση εκεί πέρα? Πως τα καταφέρνεις? Οι αναγνώστες έχουν ξετρελαθεί μαζί σου και η κυκλοφορία μας έχει φτάσει στα ύψη... Τι θα έλεγες για μια προαγωγή στη σύνταξη της εφημερίδας?"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου